|
η вата #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вата? — βάτα как с (ново)греческого переводится слово βάτα? — вата — βουρδουλακιάζω — βαρυγγώμια — ορνιθοτυφλιά — Μαύρος — συμφιλιώνομαι — τρομερά — μωλωπίζω — ψεύτικος — κεραύνωση — εβραϊστί — σμυριδοπανο — διευθετήσιμος — αποθεράπευση — αντεπισκέπτομαι — φτισιά — ακατάβρεκτος — βούλιθο — ταμπλάς — εξεικονισμός — καταμούτσουνα — επούλωση |
|||