|
η позвоночник; спинной хребет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово позвоночник? — κομπορραχιά как на (ново)греческом будет слово спинной хребет? — κομπορραχιά как с (ново)греческого переводится слово κομπορραχιά? — позвоночник, спинной хребет — βολίζω — αναπωμάζω — στύβω — καταστρατηγώ — αχιόνιστος — αντιστοιχώ — αντιμαρξιστικός — ακυρίευτος — ξαπλωτός — αδικοκρένω — μεταίχμιο — πρώτον — μηχανικά — αμπελουργικά — διασκορπιστός — στρεφοποδία — εξαιρετικά — φιλονεικία — παραδεκτός — καουτσούκ — πρεπόντως |
|||