|
кожаный, сделанный из кожи #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кожаный? — δερμάτινος как на (ново)греческом будет слово сделанный из кожи? — δερμάτινος как с (ново)греческого переводится слово δερμάτινος? — кожаный, сделанный из кожи — χρυσορρόας — συνειδητοποιώ — αναπόδιασμα — μερόνυχτο — κατολίσθηση — ξεμανίκωτος — αδήν — αραιόθριξ — αποτυγχάνω — έμβασις — νεογέννητος — ηθοποιός — ξεψυχάω — συνέδριο — εργοληψία — δουλόφρων — σκόλοψ — εγκατάστατος — βασαλτικός — ανακρυστάλλωση — επιχαλικώνω |
|||