Новогреческий словарь
πετροχελίδονο
πετροχελίδονο
το
стриж
(птица)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стриж
? —
πετροχελίδονο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πετροχελίδονο
? — стриж
#
(ново)греческий словарь
—
ετερόνομος
—
άπωθεν
—
βρωμάνθρωπος
—
ξοδεύω
—
ελληνολατρεία
—
τρωκτικό
—
συγχωριανός
—
ευπόρθητος
—
σούμα
—
ασυναρμολόγητος
—
οισοφάγος
—
μπορεσάμενος
—
αναγνωσματοποίηση
—
αναγλυτσάζω
—
σπερδουκλιά
—
λιγοψυχώ
—
υπόδειξη
—
ανδραγαθικός
—
συκοφάγος
—
ειλωτεύω
—
ανασκοπώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,