|
нетравленый (о рыбе) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нетравленый? — αφλόμωτος как с (ново)греческого переводится слово αφλόμωτος? — нетравленый — άνω — νάγια — αναχωρητής — τσαντίρι — παιχνιδιάρικος — οχύρωμα — ευπλαστικός — κηρύχνω — ατρούχιστος — μοναρχο-φασίστας — καταπαύω — νεκταρίνι — πλειοδοτώ — τσαρλατάνος — δροσάερο — παροτρύνω — φωτοκοίω — γόμφωμα — υπερμικροσκοπικός — αναθροφή — παθιασμένος |
|||