|
ο машинист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово машинист? — μηχανοδηγός как с (ново)греческого переводится слово μηχανοδηγός? — машинист — αχνοτρέμω — διαθρύληση — φασιστικός — αντίζερβα — ευπλαστικός — γκίζω — ψωρίτης — κρούζω — αζήμιωτος — σιταγωγία — ξιφοποιός — πατουλιά — επτασθενής — καπλάνι — αρμπιρόζα — ευνομούμαι — κωλο- — τύμβος — οικοτροφία — ζύγισμα — παρακμάζω |
|||