Новогреческий словарь
καβαλλικευτά
καβαλλικευτά
верховая езда
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
верховая езда
? —
καβαλλικευτά
как с
(ново)греческого
переводится слово
καβαλλικευτά
? — верховая езда
#
(ново)греческий словарь
—
κουφόνοια
—
αφαιρώ
—
ασβεστόχριση
—
σιγανοπόταμο
—
δάνειος
—
κράμα
—
χιονόλυτον
—
αυτοματισμός
—
ευσταθής
—
αγριοκοίταγμα
—
κλεψίγαμος
—
φινεστρίνι
—
αφροξυλιά
—
αποτελειωμός
—
ορθόστητος
—
σπειρωτός
—
αγρονομικός
—
ερώτηση
—
διόπτρα
—
φωτονεφέλη
—
σπειροχαίτη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве