πλουτώνει|ος

формы словаβ
πλουτώνει|ος
подземный;
          ~ες εκρήξεις — подземные взрывы



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово подземный? — πλουτώνειος
как с (ново)греческого переводится слово πλουτώνειος? — подземный


παλαιοχριστιανικόςνιόςανέγγιχτοςασταχυολόγητοςυπεραισθησίααξεγύμνωτοςαπολεσθένταμορμόνοςβιβλιοφυλάκιονακόνιακαταρτισίααξόδιαστοςβορβοροφάγοςκόριζακινεζικάμαμμάκατρικλίζωμελοχροινούλακορδωμένοςσόλιασματριγύρισμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit