|
опечаленный смертью (близкого человека) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово опечаленный смертью? — χαροκαμμένος как с (ново)греческого переводится слово χαροκαμμένος? — опечаленный смертью — χεζού — προγκίζω — παγοκολώνα — νεωλκείον — κεραύνιος — φιλάνθρωπος — αυτοτιτλοφορούμαι — ηλεκτρονόμος — φιλελευθερία — δυσαπάτητος — γλυκέρινούχος — πνευμονολογία — σαρκολάβος — ουρανόλιθος — χαρμόσυνος — δρομομέτρηση — αλευροειδής — φανταχτερός — μεταξοτυπία — συμπέρασμα — ξυλοκρέββατο |
|||