|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκυλάδικο? — — υπερασπίζομαι — επέτυχον — φούμισμα — πετρολογία — γρετής — λιγνεύω — μονοφασικός — καθιστικός — προβεβλημένος — πανελλαδικός — μπρούντζος — ολιγόστεμα — ενεχυρίαση — τύλωση — έκλειψη — πεντάμηνος — δεξιωσύνη — αναβλητικώς — οφθαλμολόγος — απόκουφος — ναύσταθμος |
|||