Новогреческий словарь
πολυκτήμων
πολυκτήμων
ο
крупный собственник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
крупный собственник
? —
πολυκτήμων
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυκτήμων
? — крупный собственник
#
(ново)греческий словарь
—
συνεταιρισμένος
—
μερικεύω
—
προσχώνομαι
—
πυοδερμία
—
χορήγηση
—
παρεγκεφαλιδικός
—
θοδώρα
—
βδομαδιάτικος
—
ανιφτος
—
μανικώνω
—
ηπειρωτικός
—
κεφαλόδεσμος
—
αντισφαιριστικός
—
νεοπλουτισμός
—
χλόϊσμα
—
λήγω
—
φιλελευθερία
—
αηδονολαλιά
—
πίβουλος
—
λεωφορειακός
—
σβώλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве