|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαυρομάτικος? — — εξαιρεμένος — διερεύνηση — απονέρι — βαρβαρισμός — τοκομερίδιο — μονοκότυλος — παραμερίζω — κυτταρογενετική — υπερηφανεύομαι — γουναράς — βουρβούλακας — ταμένος — αδιάλυτος — προοιωνίζομαι — κρεμεζής — χόρτος — κοκόνι — αφάγανος — θρυλούνται — αντιστέκομαι — πρόχωμα |
|||