Новогреческий словарь
επιφορτισμένος
επιφορτισμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιφορτισμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
προβοκάτσια
—
κάτοπτρο
—
ανομνιάζω
—
αμυγδαλοειδής
—
πασσαλώνω
—
τσάκω
—
ανασταλτικά
—
ήλιον
—
υδροϊώδιο
—
δρύινος
—
κανναβάτσα
—
ωδινώμαι
—
αντευχοριστώ
—
ιοντοθεραπεία
—
στεφανιαίος
—
ερήμην
—
βαρελοσανίδα
—
δεκατριπλάσιος
—
υπερχειλίζω
—
μισογυνία
—
ψυχολατρεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве