Новогреческий словарь
αγγλοθρεμμένος
αγγλοθρεμμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγγλοθρεμμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τσιτωτός
—
κοινός
—
ανακαινιστής
—
όρυγμα
—
αμμουδερό
—
κοκτέϊλ
—
υστεροσκόπηση
—
επαμφοτερίζω
—
ατυχία
—
δίστιγμα
—
βιβλιοθηκάριος
—
δικολαβισμός
—
μαδάρα
—
κυτταρογενετική
—
εδίδαξα
—
καθυστερημένος
—
άσσος
—
γηράζω
—
ωσμόμετρο
—
αρνίλα
—
αττικίζων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве