|
η цинкография #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово цинкография? — ψευδαργορογραφία как с (ново)греческого переводится слово ψευδαργορογραφία? — цинкография — τσίμπος — ξεγδαρμένος — Φραντζέζα — κλιμάκωση — κολλεκτιβικός — καταρραχίς — εξανεμίζω — κατάπλασμα — σφραγιδόλιθος — δικαιοπραγώ — ευήλιος — εκχλόωση — στραγγιστήρι — αχρειόστομος — ακρωτήρι — ανθοβολή — κατασβεστήρας — αναβαθμίς — ξανοίγω — ειδέχθεια — λήγω |
|||