|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χιονάκι? — — νιούτσικος — τρίαινα — ζομωτικό — σκολόρθα — άλεσμα — τρύγος — προπυρήνας — αντιρίμι — τρυπογάζι — πηδαλιουχείο — αποταμιεύω — άλυπος — μαθημένος — αραβική — ροκφόρ — χαυνώνω — διά — μέταξα — κοντύτερος — ρόπαλο — δεξιόκωπος |
|||