|
η название; наименование (офиц., спец.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово название? — κατονομασία как на (ново)греческом будет слово наименование? — κατονομασία как с (ново)греческого переводится слово κατονομασία? — название, наименование — πηλοπάτησις — καρποκτησία — σταφυλόκοκκος — εφορειακός — ελαφρούτσικος — παυσίπονο — αβύζωτος — επιπλέκω — αντιοξυγόνος — βόρειος — αιώρα — επιλιμενάρχης — δογματίζω — δημεύσιμος — κυνηγάρης — συμπολιτεία — κατσαρίδα — αναρχούμαι — αδωροδόκητος — σπαζοκέφης — σκανδαλοποιός |
|||