|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρεμπέτικος? — — επονείδιστος — υπεραστικό — εδεσματοθήκη — αγαθά — κυριολεκτικός — φρυγμός — απογαλακτισμός — μονογράφω — κοχλασμός — απαράλλακτος — συνάνθρωπος — στάτωρ — επιμετάλλωση — δεκαετής — αεράμυνα — ξεκουτιαίνομαι — τζαμένιος — ευρωπαία — δημηγορία — καλοχώνευτος — χλωρίδα |
|||