|
ο провизор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово провизор? — φαρμακοτρίπτης как с (ново)греческого переводится слово φαρμακοτρίπτης? — провизор — αεροκουβέντα — ψευδής — επιφώνημα — καύλα — ονειροπλασμένος — αστόχαστος — φραγκοκλησιά — ψυχοφυσιολογία — κουραφέξαλα — πυξός — ευτελώς — ξινόγαλα — πλίθρα — μπουλούκος — ποντικίνα — επιδίδομαι — ξενικός — ζαλιά — πιλοτιέρα — αλφαδιασμένος — κατάκριτος |
|||