Новогреческий словарь
λιθοδομώ
λιθοδομώ
строить из камня
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
строить из камня
? —
λιθοδομώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιθοδομώ
? — строить из камня
#
(ново)греческий словарь
—
ανθρωπολάτρης
—
αναμεταδίδω
—
αργασμένος
—
μουσαμαδιά
—
καπνεμπόριο
—
αποστεωμένος
—
αφή
—
κουτσομπολεύω
—
λαγάνα
—
διασταυρωμένος
—
φολακραίνω
—
ποιμενίς
—
τυφεκήθρα
—
ενωτικός
—
απονίπτω
—
ανασχετικός
—
υποπλέω
—
απόσπερος
—
αγουροξυπνημός
—
σησαμέλαιο
—
ψέλνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве