|
η горное дело #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово горное дело? — μεταλλευτική как с (ново)греческого переводится слово μεταλλευτική? — горное дело — βαθμός — πενηντάρα — γνώμη — νικελώνω — μαμακούλα — τυρός — καψυλλίωση — άστιφτος — λόγιον — αμαύρωση — σκοτεινόχρωμος — αποδυναμώνω — πνευμόνι — ψηφιδοθέτης — βραδυφλογία — κονδολομάχαιρο — ανορεξιά — αυτοεπιβάλλομαι — τυρί — συναλλαγή — τεσσαρακοστιανός |
|||