Новогреческий словарь
νηστήσιμος
νηστήσιμ|ος
постный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
постный
? —
νηστήσιμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
νηστήσιμος
? — постный
#
(ново)греческий словарь
—
αλατούχος
—
λυντσάρισμα
—
μοδιστρούλα
—
απακεττάριστος
—
ψυχαγωγός
—
ανοσολογικός
—
ασκίαστος
—
διυλιστήρας
—
νεκρομαντεία
—
αστυφιά
—
αμπελουργία
—
τινάσσομαι
—
αντιλαλιά
—
παράγραφος
—
εξώτατος
—
ανάκορφος
—
αντιμέτρημα
—
δαμασκηνέα
—
ξανθομούστακος
—
θερμομέτρημα
—
οξύγλυκος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве