|
ο гололёд, гололедица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гололёд? — υαλόπαγος как на (ново)греческом будет слово гололедица? — υαλόπαγος как с (ново)греческого переводится слово υαλόπαγος? — гололёд, гололедица — οδοντολοξία — φόρτσα — αξαφνος — αποχαυνωμένος — χλεύασμα — αισθηματικά — πλώρα — θεοσεβής — θημωνιάζω — λαδιά — όχληση — δροσίζω — κορεατικός — σουσαμόλαδο — σπασοκέφι — αλέτρισμα — άψαλτος — αλληλοδιάψευση — καινούριος — συναρμογή — υαλοποίηση |
|||