Новогреческий словарь
ξηροκαλλιέργεια
ξηροκαλλιέργεια
η с.-х.
агротехника засушливых почв
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
агротехника засушливых почв
? —
ξηροκαλλιέργεια
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξηροκαλλιέργεια
? — агротехника засушливых почв
#
(ново)греческий словарь
—
ψοφάω
—
είδον
—
κορδελλάς
—
στόφα
—
στενόμακρος
—
απαράκαμπτος
—
αμμοδιυλιστήριο
—
θρεψερός
—
αναφομοίωτα
—
αντίλαλος
—
σπιρούνι
—
μαυροφρύδης
—
επιστέγαση
—
εποχον
—
πλευριτικός
—
εφεσείων
—
ξεθάψιμο
—
ορεκτικό
—
χλωροκούκκια
—
λάσιος
—
καραβοκύρισσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве