Новогреческий словарь
μαθηταριό
μαθηταριό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μαθηταριό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εκζεματώδης
—
ασυμφώνιστος
—
αλλάκτης
—
γαλαζόμαυρος
—
τρομαγμένος
—
ήκιστα
—
λιθοκονία
—
αποπεραίωση
—
αρτηριοπάθεια
—
κατασώτευση
—
αφροσκέπαστος
—
αισθητοποίηση
—
αδερφικάτα
—
Αιθίοψ
—
τεντωτήρας
—
χιμαιρικός
—
άπαξ
—
πρωτόπολη
—
σπιθαμιαίος
—
καυστήρας
—
αντι-
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве