|
επίρρ. στά ~ — молча #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μουγγά? — — λοιδορία — μακροκέφαλος — επιζήμιος — εκκηρύττω — προκαλώ — κατάκλιση — παρόμοιος — αυταπάρνηση — ύψος — μαζαλίς — αγυάλιστος — χλώρη — μοσχοκαρυδιά — αεικύμαντος — εφορεία — χαλκιάς — σύνεργο — δεκάλεπτος — ουραιμία — δικέντρα — πολωσιοσκόπιο |
|||