|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λυμφατικός? — — προτερόχρονος — φιλόπρωτος — δίσκελος — υδατάνθραξ — αναμφίβολος — αποπροίκι — χαλαζίας — μουνί — μεσοσαράκοστα — ξεφωνητό — κουκουλλιάζω — γέρα — λυκουρίνος — ξεριζώνω — λιβελλογραφικός — αμφισημότητα — πεντηκοντούτης — μεσαπηλιώτης — αρμακάς — ρεφενές — γαμπριλίκι |
|||