|
(-υος) ο осётр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово осётр? — ξύριχθυς как с (ново)греческого переводится слово ξύριχθυς? — осётр — βυνοποιία — κατεστραμμένος — πολυτροφία — χανιτζής — αλληλεπιδρώ — λυγινος — κρεατοφαγία — φτιάσιμο — υδρογονάνθραξ — πτερό — φαρισαίος — κρυσταλλικός — τσιγγρίζω — σκανδαλοθηρίο — μητραλοίας — γιώτα — φωτόμετρο — επισφραγιστικός — μετατάρσιος — ατεζάριστος — κερδοσκοπία |
|||