|
голый, без листьев #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово голый? — γυμνόφυλλος как на (ново)греческом будет слово без листьев? — γυμνόφυλλος как с (ново)греческого переводится слово γυμνόφυλλος? — голый, без листьев — προμαντεύω — κατάμεστης — αεριτζής — τυπολατρεία — ξεχασιά — ανεδαφικό — ασπροφορεμένος — αλληλοφάγωμα — καλοκαιριάζει — τάζω — αχύλωτος — αποποίηση — ψυχορραγώ — αποκρεμούμαι — οπίσθια — αρέγγα — συρματοποιώ — σκαλιστικός — περίσσιος — προσεταιρίζομαι — καμπάνισμα |
|||