|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λαδέμπορας? — — κρεμάμενα — χαρτόδετος — κοντράλτο — πρωτομιλώ — ξεκίνημός — χιονοσκεπής — νόμισμα — τηλεχειριστήριο — δρομομετρία — άδης — ανάφαλο — θωπευτικώς — πλατομέτωπος — χιονίζω — κυμβαλισμός — δεινότης — εδρεύω — ξεβλαστάρωμα — μεθυστικός — στενόκωλος — σηκώνομαι |
|||