Новогреческий словарь
ναρκαλιευτικόν
ναρκαλιευτικόν
το мор.
минный тральщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
минный тральщик
? —
ναρκαλιευτικόν
как с
(ново)греческого
переводится слово
ναρκαλιευτικόν
? — минный тральщик
#
(ново)греческий словарь
—
αδιατάραχτος
—
μπατίκια
—
είθε
—
αλατοπιπεριέρα
—
αεροσυνοδός
—
συνδιδασκαλία
—
ανάβρα
—
επιμιγνύω
—
δίσπαππος
—
μπλόκος
—
παροργισμός
—
στραβοκοιτάζω
—
αδειαστικά
—
ποτοαπαγόρευση
—
προχωρώ
—
υδραργυραλοιφή
—
δίθυρος
—
παννένιος
—
ανταπόκριση
—
σιαλόρροια
—
χρυσοπωλείο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве