Новогреческий словарь
νεραϊδογεννημένος
νεραϊδογεννημέν|ος
фольк.
рождённый русалкой
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рождённый русалкой
? —
νεραϊδογεννημένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
νεραϊδογεννημένος
? — рождённый русалкой
#
(ново)греческий словарь
—
σπιθηρίζω
—
υποδαύλιση
—
πουρί
—
τηλεομοιότυπο
—
προβλάστη
—
υποδούλωση
—
καίομαι
—
απλήθυντος
—
μαρμαροστρώνω
—
απροκοπία
—
φιτίλι
—
διαγωνίζομαι
—
υλικότητα
—
σαρξ
—
ξεσβερκιάζομαι
—
οδομαχία
—
ξερόβραχος
—
βασιλοκτονία
—
σαλπιγγικός
—
αντικειμενισμός
—
αρραβωνιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве