μολυβένι|ος

формы словаβ
μολυβένι|ος
свинцовый



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово свинцовый? — μολυβένιος
как с (ново)греческого переводится слово μολυβένιος? — свинцовый


εποστράκισμααντιβραχίωναςαποκλίνωνδιεκφυγήορφανισμόςπανέριπαιδαριώδεςγλείφομαιάγγελισσααγγελοκρίτηςαπολυτοσκούτιπολυθέλγητροςεγγλύφανονπταίσμαζαλάδαμεταθετόναβανταδόρικοςθηρεύσιμοςστενοκέφαλοςγκιοστέκιαδερφοποιτός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit