|
свинцовый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свинцовый? — μολυβένιος как с (ново)греческого переводится слово μολυβένιος? — свинцовый — εποστράκισμα — αντιβραχίωνας — αποκλίνων — διεκφυγή — ορφανισμός — πανέρι — παιδαριώδες — γλείφομαι — άγγελισσα — αγγελοκρίτης — απολυτοσκούτι — πολυθέλγητρος — εγγλύφανον — πταίσμα — ζαλάδα — μεταθετόν — αβανταδόρικος — θηρεύσιμος — στενοκέφαλος — γκιοστέκι — αδερφοποιτός |
|||