Новогреческий словарь
μεταδίδομαι
μεταδίδομαι
передаваться
;
~ομαι από γενεά σέ γενεά — передаваться из поколения в поколение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
передаваться
? —
μεταδίδομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεταδίδομαι
? — передаваться
#
(ново)греческий словарь
—
αποστραγγίζω
—
λατινικός
—
φουκαρού
—
κατηγορουμένη
—
μπαρμπεριάτικα
—
γλυκανθής
—
ασύφταγος
—
πινακωτή
—
αδράζω
—
πολυόροφος
—
μακρόβιος
—
καθημαξευμένος
—
πρωταρχίζω
—
ταξιτζής
—
ζυγιστικά
—
απυρπόλητος
—
αντιαρματικός
—
καστανόχρωμος
—
οξόνη
—
ξενοικιάζομαι
—
μητροφονία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве