Новогреческий словарь
καθολικεύω
καθολικεύω
обобщать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обобщать
? —
καθολικεύω
как с
(ново)греческого
переводится слово
καθολικεύω
? — обобщать
#
(ново)греческий словарь
—
ψυχοθεραπευτικός
—
νοσηλεύω
—
λαθροχειρώ
—
διαγνωστικό
—
τοιουτοτρόπως
—
παθολόγος
—
δοκογέφυρα
—
εμβρυοκτόνος
—
προΰπαρξη
—
ατμοσολήνας
—
αγγειογράφημα
—
συλληπτήριος
—
καλοχωνεύω
—
αναλύσιμος
—
φύσα
—
ηλεκτροακουστική
—
πρωτοκολλημένος
—
αλαταποθηκάρνος
—
σάλιασμα
—
ολέτης
—
μετατυπώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве