Новогреческий словарь
επιμολυβδώνω
επιμολυβδώνω
тех.
свинцевать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
свинцевать
? —
επιμολυβδώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιμολυβδώνω
? — свинцевать
#
(ново)греческий словарь
—
γαγγραινούμαι
—
πλήγιασμα
—
συντηρητικός
—
τιτάνιο
—
παραξενιάζω
—
κοντάριον
—
μπενζίνα
—
νικοτινικός
—
απαιδαγωγησία
—
αμαζόνα
—
μονόχορδος
—
χιουμοριστής
—
απόγευμα
—
νομιμόφρων
—
λογοκλόπος
—
σωματιστικός
—
πσραλογή
—
πίστωση
—
τρίς
—
πεθερός
—
μαϊμουδίτσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве