|
η камфора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово камфора? — κάμφορα как с (ново)греческого переводится слово κάμφορα? — камфора — θρησκομανία — σαποονόφουσκα — νοικοκυρόπουλο — εδεμικός — συντομία — ορέγομαι — βαυκάλημα — άτρεπτος — προικοθηρία — συνόρισμα — αργυρολογώ — λούμπουνας — πολυσποριά — θαλαμοντόγκ — μέθοδος — επιθηλιακός — κυβερνείο — επόπτευση — χολόλιθος — καταρράχι — βιοτεχνία |
|||