|
ο фотограф #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фотограф? — φωτογράφος как с (ново)греческого переводится слово φωτογράφος? — фотограф — καπνεμπόριο — αερολόγος — μονόμετρος — εξωκοινοβουλευτικές — κακάο — φωτοκύτταρο — υπάρχω — διάφραξη — λεμονοπορτόκαλο — συνέκδημος — λεπτολογώ — Κυρά — καλτσοδέτα — έξυπνος — λιοκόκκι — ηθογραφία — αγιαστήρι — ενάντιο — ποδάρι — ατεμάχιστος — φακορυζόσουπα |
|||