|
η производство древесного угля #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово производство древесного угля? — ανθρακοποιία как с (ново)греческого переводится слово ανθρακοποιία? — производство древесного угля — αρμολογία — αποχετεύω — αγωνιστικότητα — μπουκαβάς — παντελονάκι — αγωγιμότητα — μέσος — προστυχόφαστα — αρύς — φθογγολογία — ανολογία — φεγγαροστολισμένος — κασιδιάρης — συμμορφούμαι — αστεροειδώς — ηγουμενία — πρωθιεράρχης — γαληνότατος — ακονιστής — κουταμάρα — μαινάδα |
|||