Новогреческий словарь
αυτανάφλεκτος
αυτανάφλεκτ|ος
самовозгорающийся
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
самовозгорающийся
? —
αυτανάφλεκτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτανάφλεκτος
? — самовозгорающийся
#
(ново)греческий словарь
—
κυτταροειδές
—
ιδιάζων
—
υποθήκευση
—
εθελοθυσίο
—
εξετράπην
—
αβασάνιστος
—
λεβεντιά
—
έμπεδος
—
θεογνωσία
—
Ινδιάνα
—
μπέμπελη
—
θρεπτικός
—
μετζάστρα
—
συνδαύλισμα
—
ελλειμματικά
—
γαιόσακκος
—
κολεγιόπαιδο
—
αλφαδιάζω
—
τζοβαΐρι
—
μάχιμος
—
πισωκέντης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве