Новогреческий словарь
θερμαντήρας
θερμαντήρας
(-ήρος) τό
нагреватель
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нагреватель
? —
θερμαντήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
θερμαντήρας
? — нагреватель
#
(ново)греческий словарь
—
μεσίτις
—
γραμματοσημοσυλλέκτρια
—
διμηνία
—
αμμάτιση
—
μάσηση
—
μικροφαράδ
—
ποδάρα
—
αντιφεμινιστής
—
μακαριστός
—
τουμπάρισμα
—
χιλιάρικος
—
μπόλικα
—
αμυντικότης
—
ασυναρτησία
—
κολόβωση
—
ακαιγος
—
διεθνίστρια
—
ιχθυόλη
—
ειρηνοποίηση
—
γνεφτός
—
κενός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве