θερμαντήρας

формы словаβ
θερμαντήρας
(-ήρος) τό нагреватель



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово нагреватель? — θερμαντήρας
как с (ново)греческого переводится слово θερμαντήρας? — нагреватель


εποχιακόςοργήαρτηριακόςδανειακόςβομβαρδιστήςσυνολικάανειδοποίητααλλωστενεροκολόκυθοσούτκαταισχύνωηδύςμακαρισμοίορυκτολογίαηλιάζωξηρολιθοδομήσυμβατικόςαπαξιωτικάαποκωλώνωψυχοβιολογισμόςλίκνο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit