Новогреческий словарь
κάταρξη
κάταρξη
(-εως) η
начало
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
начало
? —
κάταρξη
как с
(ново)греческого
переводится слово
κάταρξη
? — начало
#
(ново)греческий словарь
—
αργαστηριάρης
—
λογιωτάτη
—
αναστέλλουσα
—
συνακόλουθος
—
επίμαχα
—
ασκητήριο
—
ακαδημαϊκότης
—
μαγνητόμετρο
—
ξενητεμένος
—
σχεδίαση
—
τραυλός
—
γραμματοπήρα
—
Καλαμάτα
—
αποτελματώνομαι
—
καπότο
—
διερμηνέας
—
πρωτόπειρος
—
παζαρεύω
—
επιτυχία
—
αλσάκι
—
ταρσανάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве