|
ο скептик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скептик? — σκεπτικιστής как с (ново)греческого переводится слово σκεπτικιστής? — скептик — αφηνιάζω — στάξις — ερωμένος — ευαπόκτητος — ανταυγάζω — ακαταπόνητος — φάρα — καλοχώνευτος — ξεφύτρωμα — αστράγγιστος — απόκαρση — λογχίζω — αντιπαραγγέλλω — υποδοχεύς — αλληλοδανείζομαι — δραματικότητα — σκαρταδούρα — εμπίπτω — φτηνά — ξεμουδιάζω — συμβιβαστικός |
|||