οικοσημολογία

формы словаβ
οικοσημολογία



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово οικοσημολογία? —


σπήλιοωφέλιμοςενδρομίςστιγματισμόςπολύκλαδοςατονίαμεσόροφοςεκχομοςμνήσκωδοκανίκιφύλαξηπαραχορεύωφιλανθήςεντειχισμόςχαρτοθέτηςφανελλένιοςναυτόπαιδογωνίωμαχρυσόξυλομετακινημένοςυπηνεμούμαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit