|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψειριασμένος? — — άτρυγος — παιχνιδιάρα — ανυπόληπτος — ξερολιθιά — ερμηνευμένος — μαρινάρω — νεφελόμετρο — τροχοπέδη — αεροηλιοθεραπεία — θεράπαινα — ροκανίζω — μελετώ — επίκαμψις — αιφνιδιαστικός — προσχεδιασμένος — φωτογραφείο — ακόρδο — αποβλακωτικός — αμείλικτος — ανθρωπίζω — ερρυθμος |
|||