Новогреческий словарь
μήγαρ
μήγαρ
, μήγαρι(ς), μηγάρι(ς) μόριο
разве, неужели
;
~ είμαι... — [phrase]разве я...[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
разве
? —
μήγαρ
как на
(ново)греческом
будет слово
неужели
? —
μήγαρ
как с
(ново)греческого
переводится слово
μήγαρ
? — разве, неужели
#
(ново)греческий словарь
—
αποπλέω
—
τρύπανο
—
αγαμία
—
μετοχιάριος
—
σφυρηλατώ
—
οινοπνευματομετρητής
—
βελόνη
—
τριγλί
—
χιλιογαμημένος
—
χρυσοκεντώ
—
μπανίζω
—
λάγκεμα
—
ραδιοπυξίς
—
πλευρεκτομία
—
πελεκητός
—
βενζόλιο
—
αλαφίνα
—
μηχανοστάσιο
—
άρα
—
μολάρω
—
παρέαση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω