Новогреческий словарь
ατζό
ατζό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατζό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ένδοσις
—
μωρολόγος
—
τριμηνιαίος
—
λαλές
—
δυωδία
—
χαζός
—
πρωϊμιές
—
ανακαινίζω
—
επάνοδος
—
εκπεφρασμένος
—
ανεμαλαγιά
—
περιβεβλημένος
—
εξτρεμιστικός
—
αυλακωτήρας
—
αμπερομετρικός
—
καταπάτημα
—
αναθεματούρι
—
γλοιίνη
—
υπομονητικός
—
διαιτήσιμος
—
καταλογίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве