|
ο уст. министр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово министр? — μινίστρος как с (ново)греческого переводится слово μινίστρος? — министр — κακόσαρκος — πιτσιλωτός — βαφή — παπαδίστικος — αντιστοιχία — πλανιάρω — υαλωτός — αχρήστωση — σώσμα — φαγοκύτταρο — κουβέντα — σταυραράχνη — διακάμπτω — ξενύχτισσα — παύλα — σκαπτικά — έποψη — χορτολογώ — κάνε — αμφιβολία — έδρανον |
|||