Новогреческий словарь
χρωματοπώλις
χρωματοπώλις
(-ιδος) η
торговка красками
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
торговка красками
? —
χρωματοπώλις
как с
(ново)греческого
переводится слово
χρωματοπώλις
? — торговка красками
#
(ново)греческий словарь
—
τρελλοκομείο
—
ανόφθαλμος
—
τοιχοκολλάω
—
ρεβύ
—
αμετανόητος
—
λούομαι
—
κέντρισμα
—
δραγάτισσα
—
ανηθικοποιώ
—
επιβολή
—
σβήστρα
—
φτερούγι
—
φορτσάρω
—
νεφρίτιδα
—
αμφίσημα
—
υπερβόρειος
—
αδελφοξαδέλφια
—
θαιρός
—
αλύμαντος
—
αυτοσχεδιαστής
—
μηνύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω