Новогреческий словарь
δραματοποιημένος
δραματοποιημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δραματοποιημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
θεριστικότης
—
παιδικάτα
—
ημιονηγός
—
αηδονολαλούσα
—
σποριαρης
—
δέκαθλον
—
νερόβραστος
—
έξάπους
—
μπαμπακοκάρυδο
—
πεσκέσι
—
προσήκων
—
μεράκι
—
λιθοειδής
—
υδροκίνητος
—
ακαθαίρετος
—
αλάφρωμα
—
μετεωροσκοπείο
—
κατεπείγομαι
—
φεσκοπλυμένος
—
παρασημοφορημένος
—
νηφάλια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве